Στη πόλη της Πάφου την δεκαετία του 1970 ήταν μια κοπελίτσα πολύ προσκολλημένη στους γονείς της, τους αγαπούσε υπερβολικά και δεν ήθελε να τους αποχωριστεί. Από την αγάπη που τους είχε, ποτέ δεν θα σκεφτόταν ούτε θα άντεχε την ζωή της χωρίς αυτούς.
Μαθητριούλα ακόμη κοντά στα δεκαεφτά, ένιωθε μια έλξη για ένα συμμαθητή της με τον οποίο έκανε παρέα και τον αγαπούσε, αλλά όχι όσο τους γονείς της. Αυτό αποδείχτηκε στο χρόνο που πέρασε και μεγάλωσαν, όταν ο νέος την ζητούσε επίμονα σε γάμο, αυτή το ίδιο επίμονα αρνιόταν.
Τα χρόνια περνούσαν και η αγάπη του νεαρού όλο μεγάλωνε και ήταν πολύ λυπημένος που δεν μπορούσε να την αποχτήσει. Μαράζωνε και ήταν φανερό ότι υπέφερε πολύ.
Ένας θειός του παπάς που έβλεπε τον μεγάλο του καημό, σκέφτηκε ότι κάτι έπρεπε να κάμει, έτσι μια μέρα του φώναξε και του είπε ότι στα Βάβλα της Λάρνακας είχε ένα εκκλησάκι που ήταν αφιερωμένο στην «Παναγία της αγάπης», μια μόνη εκκλησία σε όλη την Κύπρο, αλλά και σε όλο τον κόσμο με αυτή την ονομασία. Πίσω από την Αγία Τράπεζα της υπάρχει ένα μάρμαρο κάτω από το οποίο βρίσκεται ιερό χώμα που σύμφωνα με την παράδοση όταν ο άντρας ή η γυναίκα που επιθυμεί να προκαλέσει αισθήματα αγάπης στο πρόσωπο για το οποίο ενδιαφέρεται, θα πρέπει να πάρει λίγο χώμα, να το ρίξει κρυφά στο νερό, να του δώσει να πιεί, και τότε θα αισθανθεί απέραντη και αιώνια αγάπη για λόγου του.
Ίσως είναι ένα ειδωλολατρικό εθιμο κάτι με το οποίο η πίστη του στο Θεό έρχεται σε αντίθεση, εντούτοις πιστεύοντας ότι είναι σκληρό και άδικο η άρνηση της πραγματικότητας εκ μέρους της κοπελίτσας να απαρνιέται ότι εδίδαξε ο Χριστός,
“Ένεκεν τούτου καταλείψει άνθρωπος τον πατέρα αυτού και την μητέρα και προσκοληθήσεται προς έτερον και έσονται οι δύο εις σάρκα μίαν, επειδή από αρχής κτίσεως άρρεν και θήλυ εποίησεν αυτούς ο Θεός”, και ο ίδιος πιστεύοντας ότι ο Χριστός εννοούσε ότι η σχέση γονιών και παιδιού δεν μπορεί να κάνει τον άνθρωπο να θυμηθεί το θεϊκό στοιχείο που έχει μέσα του και ότι ο μόνος τρόπος να πλησιάσει το θείον είναι να ενωθεί με το έτερον ήμισυ, αφού και ο ίδιος αποκάλεσε τη μητέρα του γυνή, όχι μητέρα, εννοώντας ότι κάθε είδους αγάπης την οποία έχει ο άνθρωπος για τους οικείους του δεν πρέπει να υπερβαίνει την αγάπη την οποία θα έπρεπε να έχει για τη διαιώνιση των απογόνων των προερχομένων εκ της θεϊκής του σαρκός.
Γι αυτό ο καλός παπάς σκεπτόμενος έτσι, αποφάσισε να συμβουλεύσει τον νεαρό αγαπητικό να κάμει το μακρινό ταξίδι, να πάει να προσκυνήσει την Παναγία της αγάπης και αυτή ίσως τον βοηθούσε.
Η Παναγία της Αγάπης κτίστηκε το 1935 στη βάση χαλασμάτων μικρού ναού του 16ου αιώνα. Η θαυματουργή εικόνα της Παναγίας της Αγάπης που ζωγραφίστηκε τον 16ο αιώνα, κλάπηκε στις αρχές του 20ου αιώνα από άγνωστους κλέφτες, που την έβαλαν σε ένα βαπόρι να την μεταφέρουν στα ξένα όπου περίμενε ο αγοραστής να τους πληρώσει. Μετά όμως από θαυματουργική παρέμβαση της Παναγίας όπως πιστεύεται, οι μηχανές του πλοίου χάλασαν και δεν έπαιρναν εμπρός, ούτε οι μηχανικοί μπορούσαν να τις επιδιορθώσουν. Ταυτόχρονα ακόμα, στο εξωτερικό, στην οικογένεια του ιερόσυλου αγοραστή έπεσε βαριά κατάρα και τα παιδιά του ένα-ένα αρρώσταιναν και υπέφεραν πολύ. Όταν πέρασαν μέρες και το πλοίο δεν μπορούσε να ξεκινήσει, οι ιερόσυλοι κατάλαβαν ότι ήταν το θέλημα της Παναγίας, έτσι μετανιωμένοι αποφάσισαν ένα βράδυ και την επέστρεψαν τοποθετώντας την έξω από την πόρτα της εκκλησίας και αφού χτύπησαν την καμπάνα, εξαφανίστηκαν. Οι Βαβλίτες που άκουσαν τις κωδωνοκρουσίες και έτρεξαν μέσα στη νύχτα, είδαν την κλεμμένη εικόνα έξω από την εκκλησία. Με ανακούφιση και ευλάβεια την πήραν και την επανατοποθέτησαν στη θέση της εντός της εκκλησίας.
Ο νέος μα πολλή αγάπη στην καρδιά για την αγαπημένη του και πολλή πίστη για την Παναγία της αγάπης, πήρε το λεωφορείο και κίνησε για την επαρχία της Λάρνακας όπου ρωτώντας βρήκε το μικρό χωριό του Βάβλα και τον μικρό ναό της καλής Αγίας. Άναψε ένα κερί, προσκύνησε με ευλάβεια και ύστερα πήρε λίγο Αγιασμένο χώμα το οποίο θα χρησιμοποίησε όπως του παράγγειλε ο θειός του ο παπάς.
Έτσι γίνηκε, το θαύμα εσυντελέστει και η όμορφη κόρη δέχτηκε να αποχωριστεί τους γονείς της αφού στην καρδιά της φώλιασε περισσή αγάπη για τον συμπαθή της νέο.
Ο νέος παντρεύτηκε την αγαπημένη του, και στην πόλη της Πάφου τελέστηκε ένας γάμος τρικούβερτος όπως βγαλμένος από παραμύθι που κράτησε τρεις ημέρες.